Από: Shawn Hattingh ZACF ( Zabalaza Anarchist Communist Front S.Afrika)
Andries Tatane
Πρέπει να μάθουμε από αυτά. Στην πραγματικότητα, αν θέλουμε να διασφαλίσουμε πως δεν θα υπάρξουν στο μέλλον άλλοι Άντριες Τατάνε, πρέπει να αναβιώσουμε τις καλύτερες πρακτικές της λαικής εξουσίας και να αρχίσουμε να χτίζουμε έναν ελεύθερο και ισότιμο κόσμο. Ένα κόσμο που θα βασίζεται στις αρχές που έχουν γίνει γνωστές, διαμέσου 150 χρόνων αγώνα για δικαιοσύνη, ως αναρχοκομμουνισμός.
Andries Tatane: Δολοφονημένος από τις κυρίαρχες τάξεις
Έκπληκτος παρακολουθούσε ο κόσμος στη Νότια Αφρική, το απόγευμα της 13ης Απρίλη, την τηλεοπτική μετάδοση της εικόνας του άγριου ξυλοδαρμού μέχρι θανάτου του Άντριες Τατάνε από 6 αστυνομικούς. Η εικόνα της συντριβής του σώματός του με χτυπήματα γκλοπ και επαναλαμβανόμενες ριπές πλαστικών σφαιρών στο στήθος του τάραξε τον κόσμο που απέμεινε χλωμός και σοκαρισμένος.
Εκατοντάδες, στην κυριολεξία, άρθρα ακολούθησαν στα μίντια ενώ πολιτικοί κάθε απόχρωσης έσπευσαν να μπουν στον χορό και να εκφράσουν την οδύνη τους. Οι περισσότεροι έκαναν λόγο για την αναγκαιότητα της σωστής εκπαίδευσης των αστυνομικών δυνάμεων στην αντιμετώπιση του πλήθους. Στο κάτω κάτω, οι εκλογές δεν απείχαν παρά ένα μήνα.
Ο θάνατος του Άντριες Τατάνε ήταν το αποκορύφωμα μιας πορείας διαμαρτυρίας στην πόλη του Φρι Στέιτ στο Φίκσμπουργκ. Στην πορεία συμμετείχαν 4000 άτομα που κατέβηκαν στο δρόμο απαιτώντας τα βασικά δικαιώματα των ζωών τους: αξιοπρεπή στέγαση, πρόσβαση σε ύδρευση, ηλεκτροδότηση και δουλειές. Είχαν επανειλημένα στείλει γράμματα στο δήμαρχο και την τοπική κυβέρνηση του Φίκσμπουργκ ζητώντας την ικανοποίηση αυτών των αναγκών.
Σαν σύγχρονες Μαρίες Αντουανέτες, οι αρχές της τοπικής κυβέρνησης απέρριψαν αυτά τα αιτήματα μιας και πιο σημαντικά ζητήματα είχαν προτεραιότητα. Η αγορά πολυτελών αυτοκινήτων, η κατάθεση των τελευταίων παχυλών τσεκ, οι αβρότητες με το BEE (το κυβερνητικό πρόγραμμα «Μαύρη Οικονομική Ενδυνάμωση» που υποτίθεται πως στοχεύει στην καταπολέμηση των απότοκων του απαρτχάιντ), τα κονέ και οι σκατοσυζητήσεις τους στις αίθουσες του δημαρχείου.
Έτσι, όταν οι κάτοικοι της πόλης είχαν το θράσος να πορευτούν και να να ζητήσουν εξηγήσεις, η αστυνομία εξαπέλυσε γρήγορα μια επίθεση με κανόνια νερού και πλαστικές σφαίρες. Αν ο εξαθλιωμένος μαύρος πληθυσμός του Φίκσμπουργκ δεν έπιασε το μήνυμα δια της σιωπής, τότε το κράτος και οι ντόπιοι πολιτικοί έπρεπε να βεβαιώσουν πως θα το καταλάβει με το ξύλο.
Ο λόγος για τον οποίο δολοφονήθηκε ειδικά ο Άντριες Τατάνε ήταν γιατί είχε το θράσος, στα μάτια των επισήμων που σχετίζονται με την υπόθεση, να αμφισβητήσει τις δυνάμεις της αστυνομίας, όταν αυτές εκτόξευσαν νερό υπο πίεση από τις αύρες εναντίον ενός ηλικιωμένου ατόμου, που σίγουρα δεν απειλούσε τα εύσωμα θηρία που αποτελούν το μακρύ χέρι του νόμου στη Νότια Αφρική. Για αυτή την πράξη αξιοπρέπειας πλήρωσε ακριβά με την ίδια του τη ζωή. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: Πώς τολμά κανείς να αμφισβητεί την κρατική εξουσία και το δικαίωμά της να ασκεί βία οπουδήποτε και οποτεδήποτε κρίνει απαραίτητο.
Πόλεμος εναντίον των διαδηλωτών
Η θλιβερή πραγματικότητα βέβαια είναι πως ο φόνος του Άντριες Τατάνε στα χέρια του κράτους δεν αντιπροσωπεύει κάτι το καινούριο ούτε αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Για χρόνια το Νοτιοαφρικάνικο κράτος, αντιμετωπίζει όσους συμμετέχουν σε διαδηλώσεις με ωμή βία και απόλυτη περιφρόνηση. Ακτιβιστές κοινοτικών κινημάτων βάσης, όπως το APF (Φόρουμ Ενάντι στις Ιδιωτικοποιήσεις), το κίνημα των Abahlali baseMjondolo, η AEC (Καμπάνια Ενάντια στις Εξώσεις) και το LPM (Κίνημα των Χωρίς Γη) έχουν επανειλημμένα παρενοχληθεί από το κράτος, έχουν συλληφθεί και ξυλοκοπηθεί. Για παράδειγμα, την ημέρα των εκλογών του 2004, μέλη του LPM βασανίστηκαν από την αστυνομία στο Σοβέτο. Κάποιοι ακτιβιστές επίσης υπήρξαν θύματα επιθέσεων από ομάδες παρακολούθησης, στις οποίες το κράτος και η αστυνομία έκανε τα στραβά μάτια.
Στην πραγματικότητα το κράτος βλέπει τα κοινοτικά κινήματα βάσης ως εχθρούς και όταν διαμαρτύρονται, πολύ συχνά το κράτος απαντά με βία. Το γεγονός πως η συντριπτική πλειοψηφία των κοινοτικών κινημάτων βάσης είναι ειρηνικοί, με συνήθεις πρακτικές κάτι παραπάνω από αποκλεισμούς δρόμων και πυρπόληση παλιών ελαστικών δεν φαίνεται να αποτρέπει το κράτος.
Ο φριχτός θάνατος του Άντριες Τατάνε, λόγω του ότι αγωνιζόταν για αυτά που πίστευε, δεν ήταν σε καμία περίπτωση ο πρώτος στα χέρια του νοτιοαφρικάνικου κράτους. Αμέτρητοι άνθρωποι που συμμετείχαν σε κοινοτικές διαμαρτυρίες, όπως εν πολλοίς σαν και αυτή στο Φίκσμπουργκ, έχουν δολοφονηθεί από όργανα της αστυνομίας.
Τον Φλεβάρη του 2011, διαδηλώσεις ξέσπασαν στην πόλη του Ερμέλο, στην επαρχία του Μπουμουλάνγκα, μία από τις πιο φτωχές της Νότιας Αφρικής. Οι άνθρωποι που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις ζητούσαν την ικανοποίηση βασικών αναγκών των ζωών τους, όπως ακριβώς και οι διαδηλωτές στο Φίκσμπουργκ. Το κράτος δεν απάντησε ακούγοντας ή συνομιλώντας με τον κόσμο, αλλά αντιθέτως στέλνοντας 160 άντρες των κατασταλτικών δυνάμεων της αστυνομίας, που κατ’ ευφημισμό αποκαλούνται Ομάδα Τακτικής Απάντησης [Tactical Response Team-TRT], ώστε να δώσει ένα τέλος στις διαμαρτυρίες.
Ο αστυνομικός διευθυντής της χώρας, στρατηγός Σελέ, προειδοποίησε προσωπικά τους διαδηλωτές και τους διοργανωτές των διαμαρτυριών στο Ερμέλο πως η ΤRT θα αποκαθιστούσε την «τάξη». Κατα τη διάρκεια της κατασταλτικής επιχείρησης δύο άνθρωποι δολοφονήθηκαν από την αστυνομία και 120 συνελλήφθησαν. Επιδρομές έλαβαν χώρα στις πιο εξαθλιωμένες περιοχές, που λόγω της κληρονομιάς του απαρτχάιντ, κατοικούνται σχεδόν αποκλειστικά από μαύρους. Σαν αποτέλεσμα αυτών των επιδρομών, μία γυναίκα 80 ετών συνελλήφθη.
Μια παράνομη απαγόρευση κυκλοφορίας επιβλήθηκε από την αστυνομία και όποιος βρισκόταν στο δρόμο πυροβολούνταν με πλαστικές σφαίρες. Σύμφωνα με τις αναφορές η αδιάκριτη αστυνομική βία έγινε ο ημερήσιος κανόνας. Σε ένα περιστατικό το οποίο αποτυπώθηκε σε κάμερα κινητού τηλεφώνου, ένας έφηβος κλήθηκε από ομάδα αστυνομικών να βγει έξω από το κατάστημα στο οποίο βρισκόταν. Όταν πλησίασε το περιπολικό, πυροβολήθηκε επανειλημμένα με ριπές πλαστικών σφαιρών και υποχρεώθηκε να κυλιστεί στο δρόμο εν είδει «τιμωρίας».
Σύμφωνα με αναφορές άλλοι άνθρωποι μαστιγώθηκαν από αστυνομικούς με μαστίγια (sjamboks): πρόκειται προφανώς για εσκεμμένη χρήση μεθόδων τιμωρίας που παραπέμπουν στο αποικιοκρατικό παρελθόν και στο απαρτχάιντ. Οι άνθρωποι εκδιώχθηκαν στην κυριολεξία από τους δρόμους λόγω της οργανωμένης κρατικής τρομοκρατίας. Η πικρή πραγματικότητα πάντως, είναι πως το Ερμέλο και το Φίκσμπουργκ αποτελούν απλές μικροπεριπτώσεις μπροστά στην καθημερινή βία που εξαπολύει το κράτος εναντίον όσων θεωρεί πως το απειλούν. Μόνο το 2010, 1.769 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους λόγω της αστυνομικής δράσης ή βρισκόμενοι υπό αστυνομική κράτηση. Δυστυχώς, ο Άντριες Τατάνε θα αποτελέσει μέρος αυτών των στατιστικών.
Απαίσιες διαδικασίες ανάκρισης ακολούθησαν επίσης την ωμή βία που εξαπέλυσε το κράτος εναντίον των διαδηλωτών. Στην περίπτωση των διαδηλωτών του Ερμέλο, ένα άτομο που το κράτος κατηγόρησε ως έναν εκ των διοργανωτών, ο Μπονγκάνι Πχακατχί, ανακρίθηκε για 14 ώρες από άντρες της ειδικής αστυνομικής μονάδας Χοκς (Γεράκια). Ανάμεσα σε άλλα, ρωτήθηκε για το κατα πόσον υπήρχαν χρηματοδότες που κρύβονταν πίσω από τις διαμαρτυρίες.Οι ερωτήσεις που έγιναν στον Πχακάτχι αποκαλύπτουν το επίπεδο της παράνοιας που έχει δείξει το κράτος απέναντι στις ολοένα αυξανόμενες κοινοτικές διαμαρτυρίες. Στην πραγματικότητα το κράτος ισχυρίστηκε πως υπήρξε μια απεχθής «τρίτη δύναμη» πίσω από το κύμα διαμαρτυριών.
Για την υποτιθέμενη αποκάλυψη αυτής της «τρίτης δύναμης» και για να εκφοβίσει τον κόσμο, το κράτος έχει αμολήσει τα τελευταία χρόνια την ΝIA (Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών) εναντίον των κοινοτήτων. Κατα τη διάρκεια αυτών των χρόνων, πολλοί είναι αυτοί που έχουν συλληφθεί,ανακριθεί και κάποιοι έχουν κατηγορηθεί ακόμα και για ανταρσία. Για παράδειγμα το 2006, 13 άνθρωποι κατηγορήθηκαν για ανταρσία στην μικρή πόλη του Χάρισμιθ γιατί συμμετείχαν σε μια κοινοτική διαμαρτυρία. Σχεδόν όλοι τους, όμως, αφέθηκαν ελεύθεροι λόγω έλλειψης πραγματικών αποδείξεων και στο τέλος το κράτος υποχρεώθηκε να αποσύρει τις κατηγορίες της ανταρσίας.
Χωρίς αμφιβολία ο στόχος του νοτιοαφρικάνοκιου κράτους να εκφοβίσει τον λαό είναι ξεκάθαρος. Αυτό που έχει γίνει επίσης ολοφάνερο είναι πως δεν υπάρχει κάποια «τρίτη δύναμη». Οι ισχυρισμοί σχετικά με κάποια “τρίτη δύναμη» απλώς χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιήσουν τη δράση των μυστικών υπηρεσιών εναντίον του λαού. Η μόνη «τρίτη δύναμη» που κινεί τις διαμαρτυρίες είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να ζουν οι άνθρωποι. Δυστυχώς δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως τα σκυλιά που φυλάνε την ιδιοκτησία των πλούσιων και που χρησιμοποιούνται από την αστυνομία, ζουν κάτω από καλύτερες συνθήκες απ’ ότι οι φτωχοί στη Νότια Αφρική.
Είναι επίσης ξεκάθαρο πως τα μέλη των αστυνομικών δυνάμεων, που αποτελούν το πεζικό του κράτους, παίρνουν εντολές από υψηλόβαθμους κρατικούς αξιωματούχους και πολιτικούς που έχουν δεσμούς είτε με το κόμμα της Δημοκρατικής Συμμαχίας [DA] είτε με το κόμμα του Εθνικού Αφρικανικού Κονγκρέσου [ANC]. Οι προτιμήσεις του στρατηγού Σελέ έχουν ενθαρρύνει την αστυνομία «να πυροβολεί για να σκοτώσει» αν θεωρεί πως απειλείται.Τα κόμματα του Εθνικού Αφρικανικού Κονγκρέσου, της Δημοκρατικής Συμμαχίας και του Λαικού Κονγκρέσου [COPE] έχουν επανειλημμένα χαρακτηρίσει τους διαδηλωτές ως εγκληματίες οι οποίοι πρέπει να κανονιστούν.
Ακόμα και τμήματα της ηγεσίας του συνδικάτου της χώρας και κάποιοι «αριστεριστές», που σχετίζονται μαζί τους, έχουν κατα καιρούς αποκαλέσει τους κοινοτικούς διαδηλωτές και ακτιβιστές, συμμορίτες. Παρά το ότι έχουν εκφράσει τη λύπη τους για τη δολοφονία του άντριες Τατάνε, οι πολιτικοί συνεχίζουν να λένε πως οι διαδηλωτές πρέπει να υπόκεινται σε αποτελεσματικό «έλεγχο πλήθους».
Αντιστοίχως, αξιωματούχοι της αστυνομίας δήλωσαν πως όποιος «χλευάζει» την αστυνομία, παρά το θάνατο του Τατάνε, θα πρέπει να κανονιστεί. Το γεγονός πως αυτοί που ελέγχουν το κράτος πιστεύουν πως έχουν το δικαίωμα να «ελέγχουν» τους ανθρώπους και να τους «κανονίζουν» μιλάει από μόνο του για την καταπιεστική κοσμοθεωρία τους. Σε απάντηση σε ένα κύμα διαδηλώσεων το 2009, η κυβέρνηση εξέδωσε μια σειρά οργισμένων δηλώσεων ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η παρακάτω:
«Το κράτος θα λάβει μέτρα εναντίον αυτών των ατόμων που διαιωνίζουν και προωθούν τη βία ανοιχτά και οργανώνουν αυτές τις πορείες»
Το μήνυμα της κυβέρνησης και του κράτους προς τους φτωχούς ήταν σαφές: Διαμαρτυρηθείτε και το κράτος θα σας βρει, θα σας απομονώσει και θα σας συντρίψει. Τέτοιου είδους συμμορίτικες απειλές αποτελούν κάτι το σύνηθες ανάμεσα στις γραμμές των αξιωματούχων του νοτιοαφρικανικού κράτους. Η δολοφονία του Άντριες Τατάνε εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο.
Ο τρόπος με τον οποίο τοπαρόν κράτος βλέπει και αντιμετωπίζει τους κοινοτικούς διαδηλωτές έχει επίσης αξιοσημείωτες ομοιότητες, και συνέχεια, με τις πρακτικές του κράτους του απαρτχάιντ – παρόλο που το κράτος βρίσκεται στα χέρια του υποτιθέμενου μαύρου εθνικιστικού απελευθερωτικού κινήματος – του ANC. Πέρα από την βαρβαρότητα στο ίδιο στιλ με το απαρτχάιντ, το παρών κράτος εφαρμόζει ακόμα τους νόμους που ίσχυαν επί απαρτχαιντ εναντίον των διαδηλωτών. Σύμφωνα με αυτούς τους νόμους όποιος θέλει να διαδηλώσει πρέπει να καταθέσει αίτηση 7 ημέρες νωρίτερα. Σε σύνδεση με αυτό, το κράτος μπορεί να αρνηθεί την άδεια για πολλούς λόγους. Αν δεν δοθεί άδεια τότε κάθε διαμαρτυρία που περιλαμβάνει πάνω από 15 ανθρώπους θεωρείτε παράνομη. Το κράτος τότε είναι «ελεύθερο», σύμφωνα με τους νόμους του, να συλλαμβάνει ή να λαμβάνει δράση – ένας ευφημισμός για την χρήση πλαστικών σφαιρών- ενάντια στους ανθρώπους που εμπλέκονται στις διαμαρτυρίες.
Η ελευθερία της έκφρασης είναι κούφια κάτω από τέτοιες περιστάσεις. Με τέτοιες πρακτικές επίσης δεν προκαλεί έκπληξη ότι το κράτος της Νότιας Αφρικής προσπαθεί να περάσει νόμους που θα του επιτρέπουν να ελέγχει μεγάλο όγκο πληροφοριών, όντας έτσι σε θέση να μπλοκάρει οποιοδήποτε δημόσιο έλεγχο των πρακτικών, των καταχρήσεων και των αδυναμιών του. Το κράτος δεν είναι μια οντότητα του λαού. Είναι μια οντότητα καταπίεσης.
Ο ευρύτερος πόλεμος
Φυσικά η καταστολή διαδηλωτών, όπως στην περίπτωση του Άντριες Τατάνε, είναι μονάχα το εξωτερικό σημάδι ενός μεγαλύτερου και πιο έντονου πολέμου που η ελίτ στην Νότια Αφρική διεξάγει απέναντι στην πλειονότητα του λαού. Στην πραγματικότητα, η ελίτ, μέσω του καπιταλισμού, εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους μέσω της μισθωτής σκλαβιάς. Απολύει ανθρώπους από τις δουλειές τους για να αυξήσει τα κέρδη, μετατρέπει το δικαίωμα στη στέγαση σε πολυτέλεια, στερεί από το λαό την πρόσβαση στο νερό χάριν του κέρδους, αρνείται στους ανθρώπους χωρίς λεφτά το φαγητό και κόβει το ρεύμα του κόσμου όταν δεν έχει να πληρώσει.
Χρόνια τώρα λοιπόν, οι πλούσιοι και οι κρατικοί αξιωματούχοι ληστεύουν το λαό. Ως τέτοια, η ελίτ – αποτελούμενη κυρίως από λευκούς καπιταλιστές αλλά πλαισιωμένη πλέον και από μια μικρή μαύρη ελίτ που συγκροτείται κυρίως γύρω από το κράτος και την ANC – έχουν εξαναγκάσει την πλειοψηφία των ανθρώπων στην Νότια Αφρική να ζει μέσα στην μιζέρια.
Πράγματι, η ελίτ στην Νότια Αφρική έχει δημιουργήσει και περιχαρακώσει μια κοινωνία που καθορίζεται από την εκμετάλλευση των φτωχών και των εργατών· που καθορίζεται από την συνεχιζόμενη φυλετική καταπίεση της πλειοψηφίας των εργατών και των φτωχών, και που καθορίζεται από ακραίο σεξισμό.
Οι πλούσιοι και οι κρατικοί αξιωματούχοι (οι άρχουσες τάξεις) έχουν γίνει παχύνει και πλουτίσει από αυτή την κατάσταση-ζώντας από το αίμα, τον ιδρώτα και την φτηνή εργασία των εργατών και των φτωχών, που στην πλειονότητά τους είναι μαύροι. Αυτός είναι ο λόγος που οι πλούσιοι και οι πολιτικοί έχουν φτάσει να απολαμβάνουν ένα από τα καλύτερα βιωτικά επίπεδα στον κόσμο.
Απολαμβάνουν πολυτελή σπίτια, υπηρετικό προσωπικό, τεράστιους μισθούς που ακόμα και η αριστοκρατία του παρελθόντος μόνο να τα ονειρευτεί μπορούσε. Έτσι, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη που η Νότια Αφρική είναι στατιστικά η πιο ανισότιμη κοινωνία στον κόσμο. Ήταν και είναι έτσι σχεδιασμένη από τις άρχουσες τάξεις: τα πλούτη και η δύναμη τους είναι βασισμένα σε αυτό!
Το κράτος είναι πόλεμος
Είναι αυτή η ακραία ανισότητα, οι στερήσεις και η συνακόλουθη εμπειρία της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και του εξευτελισμού, που οδηγούν ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου και του Άντριες Τατάνε, να διαμαρτυρηθούν. Ενώ θα έπρεπε δικαιωματικά να συγκλονιστούμε από τον θάνατό του καθώς και τον θάνατο άλλων ανθρώπων που παίρνουν μέρος σε διαδηλώσεις, από τα χέρια του κράτους, δεν πρέπει παρόλα αυτά να μας προκαλούν έκπληξη. Το κράτος είναι ο απόλυτος υπερασπιστής της άδικης και ανισότιμης κοινωνίας που έχουμε. Αν το στάτους κβο απειλείται ή αμφισβητείται, έστω και λίγο, ο στόχος του κράτους είναι να εξουδετερώσει την απειλή και/ή να σιγάσει ή να αφομοιώσει τις διαμαρτυρίες.
Πράγματι, οι αναρχικοί έχουν εδώ και καιρό καταδείξει πως τα κράτη, οποιασδήποτε μορφής, είναι ενδογενώς καταπιεστικά και βίαια. Τα κράτη είναι κεντροποιημένοι και ιεραρχικοί θεσμοί, που υπάρχουν για να επιβάλουν μια κατάσταση όπου μια μειοψηφία κυβερνά μια πλειοψηφία. Η ιεραρχική δομή όλων των κρατών συγκεντρώνει επίσης αναπόφευκτα την εξουσία στα χέρια της διαχειριστικής ελίτ. Τα κράτη και η ύπαρξη μιας ελίτ, συνεπώς, είναι συνώνυμα.
Τα κράτη είναι η συσσωρευμένη εξουσία της άρχουσας τάξης. Συνίστανται τόσο από καπιταλιστές όσο και υψηλά ιστάμενους κρατικούς αξιωματούχους και αποτελεί ένας κεντρικός πυλώνας της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης. Έτσι το κράτος υπηρετεί τις κυρίαρχες μειονότητες και εξ’ ορισμού πρέπει να είναι συγκεντρωτικό, από τη στιγμη που μια μειοψηφία μπορεί να εξουσιάζει μονάχα όταν η εξουσία είναι συγκεντρωμένη στα χέρια της και όταν οι αποφάσεις που λαμβάνονται από αυτή μεταβιβάζονται διαδοχικά στα κατώτερα κρατικά κλιμάκια. Είναι ακριβώς αυτό που επιτρέπει σε μειονότητες που θέλουν να εξουσιάζουν (υψηλά ιστάμενοι κρατικοί αξιωματούχοι) και να εκμεταλλεύονται τον κόσμο (καπιταλιστές) να πετύχουν τον σκοπό τους.
Το γεγονός ότι το κράτος είναι ένα κατασταλτικό και ιεραρχικό σύστημα, το οποίο λειτουργεί για την προστασία και την εδραίωση της προνομιακής θέσης της άρχουσας τάξης, έχει επίσης ως αποτέλεσμα τη συνέχιση της φυλετικής καταπίεσης της συντριπτικής πλειονότητας της εργατικής τάξης (εργατών και των φτωχών) στη Νότια Αφρική. Ο αναρχικός Μιχαήλ Μπακούνιν προέβλεψε το ενδεχόμενο μιας τέτοιας κατάστασης που προκύπτει σε περιπτώσεις όπου η εθνική απελευθέρωση βασίζεται στη στρατηγική για την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας – όπως συνέβη στη Νότια Αφρική. Πράγματι, ο Μπακούνιν είπε ότι το «κρατικιστικό μονοπάτι» ήταν «εντελώς καταστροφικό για τη μεγάλη μάζα του λαού», διότι δεν κατάργησε την ταξική εξουσία, αλλά απλώς άλλαξε τη σύνθεση της άρχουσας τάξης. Λόγω του συγκεντρωτικού χαρακτήρα των κρατών, μόνο λίγοι έχουν τη δυνατότητα να κυβερνήσουν – μια πλειονότητα δεν μπορεί ποτέ να συμμετάσχει στη λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο ενός κρατικού συστήματος, καθώς είναι ιεραρχικό. Ως εκ τούτου δήλωσε ότι, αν ο εθνικός απελευθερωτικός αγώνας γίνει με «φιλόδοξη πρόθεση να συσταθεί ένα ισχυρό κράτος» ή αν «πραγματοποιείται χωρίς το λαό, κι επομένως η επιτυχής έκβασή του εξαρτάται από μια προνομιούχα τάξη», τότε θα καταστεί «οπισθοδρομικός, ολέθριος, ένα αντεπαναστατικό κίνημα». Πέραν όλων αυτών, τόνισε ότι η εθνική απελευθέρωση και η παύση όλων των μορφών καταστολής, συμπεριλαμβανομένης της φυλετικής, έπρεπε να επιτευχθεί «τόσο ως προς τα οικονομικά, όσο και ως προς τα πολιτικά συμφέροντα των μαζών».
Μέσα από τη θέση τους στην άρχουσα τάξη (στηριζόμενοι στον έλεγχό τους επί του κράτους), οι άνθρωποι της μαύρης ελίτ έχουν αποφύγει τις συνέπειες της φυλετικής καταπίεσης και έχουν γίνει οι ίδιοι δυνάστες (μάλιστα, μερικές φορές έχουν χρησιμοποιήσει την εξουσία τους επί του κράτους, για ίδια συμφέροντα, εις βάρος άλλων μερών της άρχουσας τάξης, όπως είναι οι ρατσιστές λευκοί καπιταλιστές), ωστόσο η φυλετική καταπίεση για την πλειοψηφία της εργατικής τάξης συνεχίζεται. Η προνομιακή θέση της μαύρης άρχουσας ελίτ –όπως των λευκών καπιταλιστών ομολόγων τους– βασίζεται στη συνεχιζόμενη καταπίεση των μαύρων εργατών, οι οποίοι σκόπιμα υποβιβάζονται από το κράτος και τον καπιταλισμό στη Νότια Αφρική στο ρόλο των εξαιρετικά φθηνών εργατικών χεριών. Έτσι, παρόλο που η εργατική τάξη στη Νότια Αφρική περιλαμβάνει λευκούς, ο κύριος πλούτος για τη λευκή και τη μαύρη άρχουσα ελίτ πηγάζει από την εκμετάλλευση της μαύρης εργατικής τάξης ως υπερβολικά φθηνού εργατικού δυναμικού. Ο πλούτος των ελίτ στηρίζεται σε αυτόν το συνδυασμό φυλετικής καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Αφού λοιπόν το κράτος και ο καπιταλισμός δεν εθίγησαν στη Νότια Αφρική μετά το απαρτχάιντ, εξασφαλίστηκε η συνέχιση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και της φυλετικής καταστολής της πλειονότητας των εξαθλιωμένων ανθρώπων. Αυτή η κατάσταση δημιούργησε τις συνθήκες που οδήγησαν στις διαμαρτυρίες σε δημοτικούς χώρους σε μέρη όπως το Φίκσμπεργκ και το Ερμέλο, κι αυτή ακριβώς η κατάσταση καθιστά βέβαιη τη συνέχεια των διαμαρτυριών.
Η καταστολή και εκμετάλλευση της πλειοψηφίας του λαού θα συμβεί –και συμβαίνει– ακόμη και στο πλαίσιο ενός κοινοβουλευτικού συστήματος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ακόμη και σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα μια χούφτα άνθρωποι παίρνουν αποφάσεις, υποδεικνύουν σε άλλους τι να κάνουν και επιβάλλουν τις εντολές αυτές μέσω των κρατικών μηχανισμών. Όταν οι άνθρωποι δεν υπακούουν σε αυτές τις εκ των άνωθεν εντολές ή διαφωνούν με αυτές, η εξουσία του κράτους χρησιμοποιείται προκειμένου να τους εξαναγκάσει ή/και να τους τιμωρήσει.
Έτσι, το κράτος ως κεντρικός μηχανισμός της εξουσίας της άρχουσας τάξης διεκδικεί επίσης ένα μονοπώλιο νόμιμης/θεμιτής βίας εντός της επικράτειάς «του». Και θα χρησιμοποιήσει αυτήν τη βία όποτε το κρίνει απαραίτητο – μεταξύ άλλων, εναντίον διαδηλωτών που εγείρουν ζητήματα όπως η έλλειψη θέσεων εργασίας, η έλλειψη στέγης και η έλλειψη βασικών κοινωφελών υπηρεσιών. Αυτή η βίαιη, κατασταλτική και δικτατορική φύση όλων των κρατών είναι που έχει οδηγήσει, δικαίως, αναρχικούς να τα θεωρούν ως τον αντίποδα της ελευθερίας.
Η βάναυση πραγματικότητα είναι ότι διαδηλωτές στη Νότια Αφρική, όπως ο Άντριες Τατάνε, διεκδικώντας αξιοπρεπή ζωή και περισσότερη δημοκρατία έχουν πέσει θύματα των μηχανισμών της συγκεντρωτικής μειοψηφικής Αρχής: του κράτους. Όσον αφορά το φίμωμα διαφωνούντων –με γκλομπ, «αύρες» (κανόνια νερού), πλαστικές σφαίρες ή πραγματικά πυρά–, το νοτιοαφρικανικό κράτος διενεργεί επίσης ένα από τα κυριότερα έργα για τα οποία σχεδιάστηκε: οργανωμένη βία.
Έκπληκτος παρακολουθούσε ο κόσμος στη Νότια Αφρική, το απόγευμα της 13ης Απρίλη, την τηλεοπτική μετάδοση της εικόνας του άγριου ξυλοδαρμού μέχρι θανάτου του Άντριες Τατάνε από 6 αστυνομικούς. Η εικόνα της συντριβής του σώματός του με χτυπήματα γκλοπ και επαναλαμβανόμενες ριπές πλαστικών σφαιρών στο στήθος του τάραξε τον κόσμο που απέμεινε χλωμός και σοκαρισμένος.
Εκατοντάδες, στην κυριολεξία, άρθρα ακολούθησαν στα μίντια ενώ πολιτικοί κάθε απόχρωσης έσπευσαν να μπουν στον χορό και να εκφράσουν την οδύνη τους. Οι περισσότεροι έκαναν λόγο για την αναγκαιότητα της σωστής εκπαίδευσης των αστυνομικών δυνάμεων στην αντιμετώπιση του πλήθους. Στο κάτω κάτω, οι εκλογές δεν απείχαν παρά ένα μήνα.
Ο θάνατος του Άντριες Τατάνε ήταν το αποκορύφωμα μιας πορείας διαμαρτυρίας στην πόλη του Φρι Στέιτ στο Φίκσμπουργκ. Στην πορεία συμμετείχαν 4000 άτομα που κατέβηκαν στο δρόμο απαιτώντας τα βασικά δικαιώματα των ζωών τους: αξιοπρεπή στέγαση, πρόσβαση σε ύδρευση, ηλεκτροδότηση και δουλειές. Είχαν επανειλημένα στείλει γράμματα στο δήμαρχο και την τοπική κυβέρνηση του Φίκσμπουργκ ζητώντας την ικανοποίηση αυτών των αναγκών.
Σαν σύγχρονες Μαρίες Αντουανέτες, οι αρχές της τοπικής κυβέρνησης απέρριψαν αυτά τα αιτήματα μιας και πιο σημαντικά ζητήματα είχαν προτεραιότητα. Η αγορά πολυτελών αυτοκινήτων, η κατάθεση των τελευταίων παχυλών τσεκ, οι αβρότητες με το BEE (το κυβερνητικό πρόγραμμα «Μαύρη Οικονομική Ενδυνάμωση» που υποτίθεται πως στοχεύει στην καταπολέμηση των απότοκων του απαρτχάιντ), τα κονέ και οι σκατοσυζητήσεις τους στις αίθουσες του δημαρχείου.
Έτσι, όταν οι κάτοικοι της πόλης είχαν το θράσος να πορευτούν και να να ζητήσουν εξηγήσεις, η αστυνομία εξαπέλυσε γρήγορα μια επίθεση με κανόνια νερού και πλαστικές σφαίρες. Αν ο εξαθλιωμένος μαύρος πληθυσμός του Φίκσμπουργκ δεν έπιασε το μήνυμα δια της σιωπής, τότε το κράτος και οι ντόπιοι πολιτικοί έπρεπε να βεβαιώσουν πως θα το καταλάβει με το ξύλο.
Ο λόγος για τον οποίο δολοφονήθηκε ειδικά ο Άντριες Τατάνε ήταν γιατί είχε το θράσος, στα μάτια των επισήμων που σχετίζονται με την υπόθεση, να αμφισβητήσει τις δυνάμεις της αστυνομίας, όταν αυτές εκτόξευσαν νερό υπο πίεση από τις αύρες εναντίον ενός ηλικιωμένου ατόμου, που σίγουρα δεν απειλούσε τα εύσωμα θηρία που αποτελούν το μακρύ χέρι του νόμου στη Νότια Αφρική. Για αυτή την πράξη αξιοπρέπειας πλήρωσε ακριβά με την ίδια του τη ζωή. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: Πώς τολμά κανείς να αμφισβητεί την κρατική εξουσία και το δικαίωμά της να ασκεί βία οπουδήποτε και οποτεδήποτε κρίνει απαραίτητο.
Πόλεμος εναντίον των διαδηλωτών
Η θλιβερή πραγματικότητα βέβαια είναι πως ο φόνος του Άντριες Τατάνε στα χέρια του κράτους δεν αντιπροσωπεύει κάτι το καινούριο ούτε αποτελεί μεμονωμένο περιστατικό. Για χρόνια το Νοτιοαφρικάνικο κράτος, αντιμετωπίζει όσους συμμετέχουν σε διαδηλώσεις με ωμή βία και απόλυτη περιφρόνηση. Ακτιβιστές κοινοτικών κινημάτων βάσης, όπως το APF (Φόρουμ Ενάντι στις Ιδιωτικοποιήσεις), το κίνημα των Abahlali baseMjondolo, η AEC (Καμπάνια Ενάντια στις Εξώσεις) και το LPM (Κίνημα των Χωρίς Γη) έχουν επανειλημμένα παρενοχληθεί από το κράτος, έχουν συλληφθεί και ξυλοκοπηθεί. Για παράδειγμα, την ημέρα των εκλογών του 2004, μέλη του LPM βασανίστηκαν από την αστυνομία στο Σοβέτο. Κάποιοι ακτιβιστές επίσης υπήρξαν θύματα επιθέσεων από ομάδες παρακολούθησης, στις οποίες το κράτος και η αστυνομία έκανε τα στραβά μάτια.
Στην πραγματικότητα το κράτος βλέπει τα κοινοτικά κινήματα βάσης ως εχθρούς και όταν διαμαρτύρονται, πολύ συχνά το κράτος απαντά με βία. Το γεγονός πως η συντριπτική πλειοψηφία των κοινοτικών κινημάτων βάσης είναι ειρηνικοί, με συνήθεις πρακτικές κάτι παραπάνω από αποκλεισμούς δρόμων και πυρπόληση παλιών ελαστικών δεν φαίνεται να αποτρέπει το κράτος.
Ο φριχτός θάνατος του Άντριες Τατάνε, λόγω του ότι αγωνιζόταν για αυτά που πίστευε, δεν ήταν σε καμία περίπτωση ο πρώτος στα χέρια του νοτιοαφρικάνικου κράτους. Αμέτρητοι άνθρωποι που συμμετείχαν σε κοινοτικές διαμαρτυρίες, όπως εν πολλοίς σαν και αυτή στο Φίκσμπουργκ, έχουν δολοφονηθεί από όργανα της αστυνομίας.
Τον Φλεβάρη του 2011, διαδηλώσεις ξέσπασαν στην πόλη του Ερμέλο, στην επαρχία του Μπουμουλάνγκα, μία από τις πιο φτωχές της Νότιας Αφρικής. Οι άνθρωποι που συμμετείχαν στις διαδηλώσεις ζητούσαν την ικανοποίηση βασικών αναγκών των ζωών τους, όπως ακριβώς και οι διαδηλωτές στο Φίκσμπουργκ. Το κράτος δεν απάντησε ακούγοντας ή συνομιλώντας με τον κόσμο, αλλά αντιθέτως στέλνοντας 160 άντρες των κατασταλτικών δυνάμεων της αστυνομίας, που κατ’ ευφημισμό αποκαλούνται Ομάδα Τακτικής Απάντησης [Tactical Response Team-TRT], ώστε να δώσει ένα τέλος στις διαμαρτυρίες.
Ο αστυνομικός διευθυντής της χώρας, στρατηγός Σελέ, προειδοποίησε προσωπικά τους διαδηλωτές και τους διοργανωτές των διαμαρτυριών στο Ερμέλο πως η ΤRT θα αποκαθιστούσε την «τάξη». Κατα τη διάρκεια της κατασταλτικής επιχείρησης δύο άνθρωποι δολοφονήθηκαν από την αστυνομία και 120 συνελλήφθησαν. Επιδρομές έλαβαν χώρα στις πιο εξαθλιωμένες περιοχές, που λόγω της κληρονομιάς του απαρτχάιντ, κατοικούνται σχεδόν αποκλειστικά από μαύρους. Σαν αποτέλεσμα αυτών των επιδρομών, μία γυναίκα 80 ετών συνελλήφθη.
Μια παράνομη απαγόρευση κυκλοφορίας επιβλήθηκε από την αστυνομία και όποιος βρισκόταν στο δρόμο πυροβολούνταν με πλαστικές σφαίρες. Σύμφωνα με τις αναφορές η αδιάκριτη αστυνομική βία έγινε ο ημερήσιος κανόνας. Σε ένα περιστατικό το οποίο αποτυπώθηκε σε κάμερα κινητού τηλεφώνου, ένας έφηβος κλήθηκε από ομάδα αστυνομικών να βγει έξω από το κατάστημα στο οποίο βρισκόταν. Όταν πλησίασε το περιπολικό, πυροβολήθηκε επανειλημμένα με ριπές πλαστικών σφαιρών και υποχρεώθηκε να κυλιστεί στο δρόμο εν είδει «τιμωρίας».
Σύμφωνα με αναφορές άλλοι άνθρωποι μαστιγώθηκαν από αστυνομικούς με μαστίγια (sjamboks): πρόκειται προφανώς για εσκεμμένη χρήση μεθόδων τιμωρίας που παραπέμπουν στο αποικιοκρατικό παρελθόν και στο απαρτχάιντ. Οι άνθρωποι εκδιώχθηκαν στην κυριολεξία από τους δρόμους λόγω της οργανωμένης κρατικής τρομοκρατίας. Η πικρή πραγματικότητα πάντως, είναι πως το Ερμέλο και το Φίκσμπουργκ αποτελούν απλές μικροπεριπτώσεις μπροστά στην καθημερινή βία που εξαπολύει το κράτος εναντίον όσων θεωρεί πως το απειλούν. Μόνο το 2010, 1.769 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους λόγω της αστυνομικής δράσης ή βρισκόμενοι υπό αστυνομική κράτηση. Δυστυχώς, ο Άντριες Τατάνε θα αποτελέσει μέρος αυτών των στατιστικών.
Απαίσιες διαδικασίες ανάκρισης ακολούθησαν επίσης την ωμή βία που εξαπέλυσε το κράτος εναντίον των διαδηλωτών. Στην περίπτωση των διαδηλωτών του Ερμέλο, ένα άτομο που το κράτος κατηγόρησε ως έναν εκ των διοργανωτών, ο Μπονγκάνι Πχακατχί, ανακρίθηκε για 14 ώρες από άντρες της ειδικής αστυνομικής μονάδας Χοκς (Γεράκια). Ανάμεσα σε άλλα, ρωτήθηκε για το κατα πόσον υπήρχαν χρηματοδότες που κρύβονταν πίσω από τις διαμαρτυρίες.Οι ερωτήσεις που έγιναν στον Πχακάτχι αποκαλύπτουν το επίπεδο της παράνοιας που έχει δείξει το κράτος απέναντι στις ολοένα αυξανόμενες κοινοτικές διαμαρτυρίες. Στην πραγματικότητα το κράτος ισχυρίστηκε πως υπήρξε μια απεχθής «τρίτη δύναμη» πίσω από το κύμα διαμαρτυριών.
Για την υποτιθέμενη αποκάλυψη αυτής της «τρίτης δύναμης» και για να εκφοβίσει τον κόσμο, το κράτος έχει αμολήσει τα τελευταία χρόνια την ΝIA (Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών) εναντίον των κοινοτήτων. Κατα τη διάρκεια αυτών των χρόνων, πολλοί είναι αυτοί που έχουν συλληφθεί,ανακριθεί και κάποιοι έχουν κατηγορηθεί ακόμα και για ανταρσία. Για παράδειγμα το 2006, 13 άνθρωποι κατηγορήθηκαν για ανταρσία στην μικρή πόλη του Χάρισμιθ γιατί συμμετείχαν σε μια κοινοτική διαμαρτυρία. Σχεδόν όλοι τους, όμως, αφέθηκαν ελεύθεροι λόγω έλλειψης πραγματικών αποδείξεων και στο τέλος το κράτος υποχρεώθηκε να αποσύρει τις κατηγορίες της ανταρσίας.
Χωρίς αμφιβολία ο στόχος του νοτιοαφρικάνοκιου κράτους να εκφοβίσει τον λαό είναι ξεκάθαρος. Αυτό που έχει γίνει επίσης ολοφάνερο είναι πως δεν υπάρχει κάποια «τρίτη δύναμη». Οι ισχυρισμοί σχετικά με κάποια “τρίτη δύναμη» απλώς χρησιμοποιούνται για να νομιμοποιήσουν τη δράση των μυστικών υπηρεσιών εναντίον του λαού. Η μόνη «τρίτη δύναμη» που κινεί τις διαμαρτυρίες είναι οι συνθήκες κάτω από τις οποίες είναι υποχρεωμένοι να ζουν οι άνθρωποι. Δυστυχώς δεν είναι υπερβολή να πει κανείς πως τα σκυλιά που φυλάνε την ιδιοκτησία των πλούσιων και που χρησιμοποιούνται από την αστυνομία, ζουν κάτω από καλύτερες συνθήκες απ’ ότι οι φτωχοί στη Νότια Αφρική.
Είναι επίσης ξεκάθαρο πως τα μέλη των αστυνομικών δυνάμεων, που αποτελούν το πεζικό του κράτους, παίρνουν εντολές από υψηλόβαθμους κρατικούς αξιωματούχους και πολιτικούς που έχουν δεσμούς είτε με το κόμμα της Δημοκρατικής Συμμαχίας [DA] είτε με το κόμμα του Εθνικού Αφρικανικού Κονγκρέσου [ANC]. Οι προτιμήσεις του στρατηγού Σελέ έχουν ενθαρρύνει την αστυνομία «να πυροβολεί για να σκοτώσει» αν θεωρεί πως απειλείται.Τα κόμματα του Εθνικού Αφρικανικού Κονγκρέσου, της Δημοκρατικής Συμμαχίας και του Λαικού Κονγκρέσου [COPE] έχουν επανειλημμένα χαρακτηρίσει τους διαδηλωτές ως εγκληματίες οι οποίοι πρέπει να κανονιστούν.
Ακόμα και τμήματα της ηγεσίας του συνδικάτου της χώρας και κάποιοι «αριστεριστές», που σχετίζονται μαζί τους, έχουν κατα καιρούς αποκαλέσει τους κοινοτικούς διαδηλωτές και ακτιβιστές, συμμορίτες. Παρά το ότι έχουν εκφράσει τη λύπη τους για τη δολοφονία του άντριες Τατάνε, οι πολιτικοί συνεχίζουν να λένε πως οι διαδηλωτές πρέπει να υπόκεινται σε αποτελεσματικό «έλεγχο πλήθους».
Αντιστοίχως, αξιωματούχοι της αστυνομίας δήλωσαν πως όποιος «χλευάζει» την αστυνομία, παρά το θάνατο του Τατάνε, θα πρέπει να κανονιστεί. Το γεγονός πως αυτοί που ελέγχουν το κράτος πιστεύουν πως έχουν το δικαίωμα να «ελέγχουν» τους ανθρώπους και να τους «κανονίζουν» μιλάει από μόνο του για την καταπιεστική κοσμοθεωρία τους. Σε απάντηση σε ένα κύμα διαδηλώσεων το 2009, η κυβέρνηση εξέδωσε μια σειρά οργισμένων δηλώσεων ανάμεσα στις οποίες συμπεριλαμβάνεται και η παρακάτω:
«Το κράτος θα λάβει μέτρα εναντίον αυτών των ατόμων που διαιωνίζουν και προωθούν τη βία ανοιχτά και οργανώνουν αυτές τις πορείες»
Το μήνυμα της κυβέρνησης και του κράτους προς τους φτωχούς ήταν σαφές: Διαμαρτυρηθείτε και το κράτος θα σας βρει, θα σας απομονώσει και θα σας συντρίψει. Τέτοιου είδους συμμορίτικες απειλές αποτελούν κάτι το σύνηθες ανάμεσα στις γραμμές των αξιωματούχων του νοτιοαφρικανικού κράτους. Η δολοφονία του Άντριες Τατάνε εντάσσεται σε αυτό το πλαίσιο.
Ο τρόπος με τον οποίο τοπαρόν κράτος βλέπει και αντιμετωπίζει τους κοινοτικούς διαδηλωτές έχει επίσης αξιοσημείωτες ομοιότητες, και συνέχεια, με τις πρακτικές του κράτους του απαρτχάιντ – παρόλο που το κράτος βρίσκεται στα χέρια του υποτιθέμενου μαύρου εθνικιστικού απελευθερωτικού κινήματος – του ANC. Πέρα από την βαρβαρότητα στο ίδιο στιλ με το απαρτχάιντ, το παρών κράτος εφαρμόζει ακόμα τους νόμους που ίσχυαν επί απαρτχαιντ εναντίον των διαδηλωτών. Σύμφωνα με αυτούς τους νόμους όποιος θέλει να διαδηλώσει πρέπει να καταθέσει αίτηση 7 ημέρες νωρίτερα. Σε σύνδεση με αυτό, το κράτος μπορεί να αρνηθεί την άδεια για πολλούς λόγους. Αν δεν δοθεί άδεια τότε κάθε διαμαρτυρία που περιλαμβάνει πάνω από 15 ανθρώπους θεωρείτε παράνομη. Το κράτος τότε είναι «ελεύθερο», σύμφωνα με τους νόμους του, να συλλαμβάνει ή να λαμβάνει δράση – ένας ευφημισμός για την χρήση πλαστικών σφαιρών- ενάντια στους ανθρώπους που εμπλέκονται στις διαμαρτυρίες.
Η ελευθερία της έκφρασης είναι κούφια κάτω από τέτοιες περιστάσεις. Με τέτοιες πρακτικές επίσης δεν προκαλεί έκπληξη ότι το κράτος της Νότιας Αφρικής προσπαθεί να περάσει νόμους που θα του επιτρέπουν να ελέγχει μεγάλο όγκο πληροφοριών, όντας έτσι σε θέση να μπλοκάρει οποιοδήποτε δημόσιο έλεγχο των πρακτικών, των καταχρήσεων και των αδυναμιών του. Το κράτος δεν είναι μια οντότητα του λαού. Είναι μια οντότητα καταπίεσης.
Ο ευρύτερος πόλεμος
Φυσικά η καταστολή διαδηλωτών, όπως στην περίπτωση του Άντριες Τατάνε, είναι μονάχα το εξωτερικό σημάδι ενός μεγαλύτερου και πιο έντονου πολέμου που η ελίτ στην Νότια Αφρική διεξάγει απέναντι στην πλειονότητα του λαού. Στην πραγματικότητα, η ελίτ, μέσω του καπιταλισμού, εκμεταλλεύεται τους ανθρώπους μέσω της μισθωτής σκλαβιάς. Απολύει ανθρώπους από τις δουλειές τους για να αυξήσει τα κέρδη, μετατρέπει το δικαίωμα στη στέγαση σε πολυτέλεια, στερεί από το λαό την πρόσβαση στο νερό χάριν του κέρδους, αρνείται στους ανθρώπους χωρίς λεφτά το φαγητό και κόβει το ρεύμα του κόσμου όταν δεν έχει να πληρώσει.
Χρόνια τώρα λοιπόν, οι πλούσιοι και οι κρατικοί αξιωματούχοι ληστεύουν το λαό. Ως τέτοια, η ελίτ – αποτελούμενη κυρίως από λευκούς καπιταλιστές αλλά πλαισιωμένη πλέον και από μια μικρή μαύρη ελίτ που συγκροτείται κυρίως γύρω από το κράτος και την ANC – έχουν εξαναγκάσει την πλειοψηφία των ανθρώπων στην Νότια Αφρική να ζει μέσα στην μιζέρια.
Πράγματι, η ελίτ στην Νότια Αφρική έχει δημιουργήσει και περιχαρακώσει μια κοινωνία που καθορίζεται από την εκμετάλλευση των φτωχών και των εργατών· που καθορίζεται από την συνεχιζόμενη φυλετική καταπίεση της πλειοψηφίας των εργατών και των φτωχών, και που καθορίζεται από ακραίο σεξισμό.
Οι πλούσιοι και οι κρατικοί αξιωματούχοι (οι άρχουσες τάξεις) έχουν γίνει παχύνει και πλουτίσει από αυτή την κατάσταση-ζώντας από το αίμα, τον ιδρώτα και την φτηνή εργασία των εργατών και των φτωχών, που στην πλειονότητά τους είναι μαύροι. Αυτός είναι ο λόγος που οι πλούσιοι και οι πολιτικοί έχουν φτάσει να απολαμβάνουν ένα από τα καλύτερα βιωτικά επίπεδα στον κόσμο.
Απολαμβάνουν πολυτελή σπίτια, υπηρετικό προσωπικό, τεράστιους μισθούς που ακόμα και η αριστοκρατία του παρελθόντος μόνο να τα ονειρευτεί μπορούσε. Έτσι, δεν θα πρέπει να προκαλεί έκπληξη που η Νότια Αφρική είναι στατιστικά η πιο ανισότιμη κοινωνία στον κόσμο. Ήταν και είναι έτσι σχεδιασμένη από τις άρχουσες τάξεις: τα πλούτη και η δύναμη τους είναι βασισμένα σε αυτό!
Το κράτος είναι πόλεμος
Είναι αυτή η ακραία ανισότητα, οι στερήσεις και η συνακόλουθη εμπειρία της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης και του εξευτελισμού, που οδηγούν ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένου και του Άντριες Τατάνε, να διαμαρτυρηθούν. Ενώ θα έπρεπε δικαιωματικά να συγκλονιστούμε από τον θάνατό του καθώς και τον θάνατο άλλων ανθρώπων που παίρνουν μέρος σε διαδηλώσεις, από τα χέρια του κράτους, δεν πρέπει παρόλα αυτά να μας προκαλούν έκπληξη. Το κράτος είναι ο απόλυτος υπερασπιστής της άδικης και ανισότιμης κοινωνίας που έχουμε. Αν το στάτους κβο απειλείται ή αμφισβητείται, έστω και λίγο, ο στόχος του κράτους είναι να εξουδετερώσει την απειλή και/ή να σιγάσει ή να αφομοιώσει τις διαμαρτυρίες.
Πράγματι, οι αναρχικοί έχουν εδώ και καιρό καταδείξει πως τα κράτη, οποιασδήποτε μορφής, είναι ενδογενώς καταπιεστικά και βίαια. Τα κράτη είναι κεντροποιημένοι και ιεραρχικοί θεσμοί, που υπάρχουν για να επιβάλουν μια κατάσταση όπου μια μειοψηφία κυβερνά μια πλειοψηφία. Η ιεραρχική δομή όλων των κρατών συγκεντρώνει επίσης αναπόφευκτα την εξουσία στα χέρια της διαχειριστικής ελίτ. Τα κράτη και η ύπαρξη μιας ελίτ, συνεπώς, είναι συνώνυμα.
Τα κράτη είναι η συσσωρευμένη εξουσία της άρχουσας τάξης. Συνίστανται τόσο από καπιταλιστές όσο και υψηλά ιστάμενους κρατικούς αξιωματούχους και αποτελεί ένας κεντρικός πυλώνας της εξουσίας της κυρίαρχης τάξης. Έτσι το κράτος υπηρετεί τις κυρίαρχες μειονότητες και εξ’ ορισμού πρέπει να είναι συγκεντρωτικό, από τη στιγμη που μια μειοψηφία μπορεί να εξουσιάζει μονάχα όταν η εξουσία είναι συγκεντρωμένη στα χέρια της και όταν οι αποφάσεις που λαμβάνονται από αυτή μεταβιβάζονται διαδοχικά στα κατώτερα κρατικά κλιμάκια. Είναι ακριβώς αυτό που επιτρέπει σε μειονότητες που θέλουν να εξουσιάζουν (υψηλά ιστάμενοι κρατικοί αξιωματούχοι) και να εκμεταλλεύονται τον κόσμο (καπιταλιστές) να πετύχουν τον σκοπό τους.
Το γεγονός ότι το κράτος είναι ένα κατασταλτικό και ιεραρχικό σύστημα, το οποίο λειτουργεί για την προστασία και την εδραίωση της προνομιακής θέσης της άρχουσας τάξης, έχει επίσης ως αποτέλεσμα τη συνέχιση της φυλετικής καταπίεσης της συντριπτικής πλειονότητας της εργατικής τάξης (εργατών και των φτωχών) στη Νότια Αφρική. Ο αναρχικός Μιχαήλ Μπακούνιν προέβλεψε το ενδεχόμενο μιας τέτοιας κατάστασης που προκύπτει σε περιπτώσεις όπου η εθνική απελευθέρωση βασίζεται στη στρατηγική για την κατάκτηση της κρατικής εξουσίας – όπως συνέβη στη Νότια Αφρική. Πράγματι, ο Μπακούνιν είπε ότι το «κρατικιστικό μονοπάτι» ήταν «εντελώς καταστροφικό για τη μεγάλη μάζα του λαού», διότι δεν κατάργησε την ταξική εξουσία, αλλά απλώς άλλαξε τη σύνθεση της άρχουσας τάξης. Λόγω του συγκεντρωτικού χαρακτήρα των κρατών, μόνο λίγοι έχουν τη δυνατότητα να κυβερνήσουν – μια πλειονότητα δεν μπορεί ποτέ να συμμετάσχει στη λήψη αποφάσεων στο πλαίσιο ενός κρατικού συστήματος, καθώς είναι ιεραρχικό. Ως εκ τούτου δήλωσε ότι, αν ο εθνικός απελευθερωτικός αγώνας γίνει με «φιλόδοξη πρόθεση να συσταθεί ένα ισχυρό κράτος» ή αν «πραγματοποιείται χωρίς το λαό, κι επομένως η επιτυχής έκβασή του εξαρτάται από μια προνομιούχα τάξη», τότε θα καταστεί «οπισθοδρομικός, ολέθριος, ένα αντεπαναστατικό κίνημα». Πέραν όλων αυτών, τόνισε ότι η εθνική απελευθέρωση και η παύση όλων των μορφών καταστολής, συμπεριλαμβανομένης της φυλετικής, έπρεπε να επιτευχθεί «τόσο ως προς τα οικονομικά, όσο και ως προς τα πολιτικά συμφέροντα των μαζών».
Μέσα από τη θέση τους στην άρχουσα τάξη (στηριζόμενοι στον έλεγχό τους επί του κράτους), οι άνθρωποι της μαύρης ελίτ έχουν αποφύγει τις συνέπειες της φυλετικής καταπίεσης και έχουν γίνει οι ίδιοι δυνάστες (μάλιστα, μερικές φορές έχουν χρησιμοποιήσει την εξουσία τους επί του κράτους, για ίδια συμφέροντα, εις βάρος άλλων μερών της άρχουσας τάξης, όπως είναι οι ρατσιστές λευκοί καπιταλιστές), ωστόσο η φυλετική καταπίεση για την πλειοψηφία της εργατικής τάξης συνεχίζεται. Η προνομιακή θέση της μαύρης άρχουσας ελίτ –όπως των λευκών καπιταλιστών ομολόγων τους– βασίζεται στη συνεχιζόμενη καταπίεση των μαύρων εργατών, οι οποίοι σκόπιμα υποβιβάζονται από το κράτος και τον καπιταλισμό στη Νότια Αφρική στο ρόλο των εξαιρετικά φθηνών εργατικών χεριών. Έτσι, παρόλο που η εργατική τάξη στη Νότια Αφρική περιλαμβάνει λευκούς, ο κύριος πλούτος για τη λευκή και τη μαύρη άρχουσα ελίτ πηγάζει από την εκμετάλλευση της μαύρης εργατικής τάξης ως υπερβολικά φθηνού εργατικού δυναμικού. Ο πλούτος των ελίτ στηρίζεται σε αυτόν το συνδυασμό φυλετικής καταπίεσης και εκμετάλλευσης. Αφού λοιπόν το κράτος και ο καπιταλισμός δεν εθίγησαν στη Νότια Αφρική μετά το απαρτχάιντ, εξασφαλίστηκε η συνέχιση της εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης και της φυλετικής καταστολής της πλειονότητας των εξαθλιωμένων ανθρώπων. Αυτή η κατάσταση δημιούργησε τις συνθήκες που οδήγησαν στις διαμαρτυρίες σε δημοτικούς χώρους σε μέρη όπως το Φίκσμπεργκ και το Ερμέλο, κι αυτή ακριβώς η κατάσταση καθιστά βέβαιη τη συνέχεια των διαμαρτυριών.
Η καταστολή και εκμετάλλευση της πλειοψηφίας του λαού θα συμβεί –και συμβαίνει– ακόμη και στο πλαίσιο ενός κοινοβουλευτικού συστήματος. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ακόμη και σε ένα κοινοβουλευτικό σύστημα μια χούφτα άνθρωποι παίρνουν αποφάσεις, υποδεικνύουν σε άλλους τι να κάνουν και επιβάλλουν τις εντολές αυτές μέσω των κρατικών μηχανισμών. Όταν οι άνθρωποι δεν υπακούουν σε αυτές τις εκ των άνωθεν εντολές ή διαφωνούν με αυτές, η εξουσία του κράτους χρησιμοποιείται προκειμένου να τους εξαναγκάσει ή/και να τους τιμωρήσει.
Έτσι, το κράτος ως κεντρικός μηχανισμός της εξουσίας της άρχουσας τάξης διεκδικεί επίσης ένα μονοπώλιο νόμιμης/θεμιτής βίας εντός της επικράτειάς «του». Και θα χρησιμοποιήσει αυτήν τη βία όποτε το κρίνει απαραίτητο – μεταξύ άλλων, εναντίον διαδηλωτών που εγείρουν ζητήματα όπως η έλλειψη θέσεων εργασίας, η έλλειψη στέγης και η έλλειψη βασικών κοινωφελών υπηρεσιών. Αυτή η βίαιη, κατασταλτική και δικτατορική φύση όλων των κρατών είναι που έχει οδηγήσει, δικαίως, αναρχικούς να τα θεωρούν ως τον αντίποδα της ελευθερίας.
Η βάναυση πραγματικότητα είναι ότι διαδηλωτές στη Νότια Αφρική, όπως ο Άντριες Τατάνε, διεκδικώντας αξιοπρεπή ζωή και περισσότερη δημοκρατία έχουν πέσει θύματα των μηχανισμών της συγκεντρωτικής μειοψηφικής Αρχής: του κράτους. Όσον αφορά το φίμωμα διαφωνούντων –με γκλομπ, «αύρες» (κανόνια νερού), πλαστικές σφαίρες ή πραγματικά πυρά–, το νοτιοαφρικανικό κράτος διενεργεί επίσης ένα από τα κυριότερα έργα για τα οποία σχεδιάστηκε: οργανωμένη βία.
Συμπερασματικά
Είναι γεγονός πως ο καπιταλισμός και τα κρατικά συστήματα είναι ένας από τους βασικούς λόγους για τους οποίους η Νότια Αφρική είναι η πιο ανισότιμη κοινωνία στον κόσμο. Το κράτος περιχαρακώνει και επιβάλλει αυτό το status quo. Μια κατάσταση πραγμάτων που βασίζεται στην εκμετάλλευση και την καταπίεση της μεγαλύτερης πλειονότητας του λαού, που αποτελείται από τους εργάτες και τους φτωχούς. Ο Άντριες Τατάνε είναι και αυτός ένα θύμα αυτού του συστήματος. Πράγματι, όσο υπάρχουν το κράτος και ο καπιταλισμός, θα υπάρχει και η ανισότητα και ο κόσμος θα είναι αναγκασμένος να ζει μέσα στην μιζέρια. Όταν θέτουν ζητήματα και διαμαρτύρονται, το κράτος θα προσπαθεί να τους κάνει να σωπάσουν, με την αφομοίωση ή την βία, ή ακόμη και με τα δύο.
Είναι γεγονός επίσης πως για όσο συνεχίζουν να υπάρχουν το κράτος και ο καπιταλισμός θα υπάρξουν πολλές χιλιάδες ακόμα Andries Tatanes, Ernesto Nhamuaves, Steve Bikos and Hector Pietersons. Το κράτος και ο καπιταλισμός για να πραφράσουμε τον Μπακούνιν, είναι ένας συνδυασμός ανάμεσα σε ένα απέραντο σφαγείο και ένα νεκροταφείο. Μερικές φορές οι εργάτες δολοφονούνται ξαφνικά και φανερά και μερικές φορές αργά και σιωπηλά.
Σίγουρα, ο κόσμος πρέπει να απαιτεί και να οργανώνεται για να κερδίσει άμεσα οφέλη από το κράτος και τους καπιταλιστές, όπως δουλειές, καλύτερους μισθούς, στέγαση και υπηρεσίες , αλλά εν τέλει όσο υπάρχουν αυτά τα ταξικά συστήματα εξουσίας, η κυριαρχία, η ανισότητα και η καταπίεση θα συνεχίσουν να υφίστανται.
Έτσι αν είναι να επιτευχθεί η πραγματική υλική ισότητα, ο κόσμος θα πρέπει να οργανωθεί ώστε να πάρει τον άμεσο έλεγχο της οικονομίας στα χέρια του, και να την λειτουργήσει δημοκρατικά, προς όφελος όλων και τις ανάγκες όλων. Μόνο κάτω από τέτοιες περιστάσεις η φτώχεια, που οδηγεί ανθρώπους όπως ο Άντριες Τατάνε να διαμαρτύρονται, θα τελειώσει. Μόνο με ένα τέτοια σύστημα θα τελειώσει και η φυλετική καταπίεση. Όμοια, αν ο κόσμος θέλει αυθεντική δημοκρατία και τον λόγο σχετικά με την ζωή του, και να μην παραβλέπονται τα προβλήματά του, τότε πρέπει να ξεφορτωθεί το κράτος και να το αντικαταστήσει με μια μορφή λαϊκής εξουσίας βασισμένης σε δομές αυτοκυβέρνησης όπως τις ομοσπονδιοποιημένες κοινοτικές/εργατικές συνελεύσεις και τα ομοσπονδιοποιημένα συμβούλια σε τοπικό,εθνικό και διεθνές επίπεδο.
Έχουν υπάρξει ιστορικά πειράματα, αν και σε περιορισμένη κλίμακα, με τέτοιες δομές άμεσης δημοκρατίας και στην Νότια Αφρική, κατά την διάρκεια του αγώνα ενάντια στο απαρτχάιντ.
Πρέπει να μάθουμε από αυτά. Στην πραγματικότητα, αν θέλουμε να διασφαλίσουμε πως δεν θα υπάρξουν στο μέλλον άλλοι Άντριες Τατάνε, πρέπει να αναβιώσουμε τις καλύτερες πρακτικές της λαικής εξουσίας και να αρχίσουμε να χτίζουμε έναν ελεύθερο και ισότιμο κόσμο. Ένα κόσμο που θα βασίζεται στις αρχές που έχουν γίνει γνωστές, διαμέσου 150 χρόνων αγώνα για δικαιοσύνη, ως αναρχοκομμουνισμός.
* Ελληνική μετάφραση http://gr.contrainfo.espiv.net/2011/08/07/andries-tatane-murdered-by-the-ruling-classes/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου